Η αφήγηση συνεχίζεται αύριο με το Β΄ και τελευταίο μέρος, όπου το μυστήριο φωτίζεται, οι χαρακτήρες αποκαλύπτονται και η αλήθεια παίρνει τον λόγο ΥΠΟΘΕΣΗ Παραμονές Χριστουγέννων, και το μεγάλο σπίτι του Σίμεον Λη δεν φωτίζεται από τη χαρά της γιορτής, αλλά από μια βαριά, ασφυκτική προσμονή. Ο Σίμεον Λη, ηλικιωμένος πολυεκατομμυριούχος, άνθρωπος σκληρός και δεσποτικός, προσκαλεί αιφνιδιαστικά όλη του την οικογένεια να περάσει τις γιορτές μαζί του. Δεν είναι πράξη τρυφερότητας. Είναι πρόκληση. Ο Σίμεον Λη, ηλικιωμένος πολυεκατομμυριούχος, άνθρωπος σκληρός, αυταρχικός και εκδικητικός, καλεί απροσδόκητα όλα του τα παιδιά να συγκεντρωθούν στο σπίτι του για τις γιορτές. Δεν το έχει ξανακάνει. Δεν είναι άνθρωπος της οικογενειακής θαλπωρής. Κανείς δεν πιστεύει πως η πρόσκληση πηγάζει από αγάπη. Όλοι υποψιάζονται πως κάτι κρύβεται πίσω από αυτή την ξαφνική «συμφιλίωση». Τα παιδιά του καταφθάνουν με τις συζύγους τους, κουβαλώντας χρόνια πικρίας, ανταγωνισμού και ανείπωτων παραπόνων. Ο Άλφρεντ Λη με τη γυναίκα του Λύντια, που ζουν στο σπίτι και έχουν επωμιστεί τη φροντίδα του πατέρα. Ο Τζωρτζ Λη, πολιτικός, με τη φιλόδοξη Μάγνταλεν. Ο Ντέηβιντ Λη, καλλιτέχνης, με τη σιωπηλή Χίλντα. Και, ύστερα από μακρόχρονη απουσία, ο Χάρρυ Λη, ο «άσωτος υιός», που επιστρέφει σαν ξένο σώμα μέσα στην ίδια του την οικογένεια. Μαζί τους εμφανίζεται και μια άγνωστη μέχρι τότε παρουσία: η Πιλάρ Εστραβάδος, εγγονή του Σίμεον, την οποία κανείς δεν έχει συναντήσει ποτέ, πρόσωπο άγνωστο στους περισσότερους, νεανικό και φωτεινό μέσα σε ένα περιβάλλον βαριάς υποκρισίας. Λίγο αργότερα, ένας ακόμη απρόσμενος επισκέπτης φτάνει στο σπίτι: ο Στήβεν Φαρρ, γιος παλιού συνεταίρου του Σίμεον στα αδαμαντωρυχεία. Η παρουσία του πυκνώνει το μυστήριο. Ο Σίμεον απολαμβάνει τη σύγχυση. Με υπαινιγμούς για αλλαγές στη διαθήκη, με λόγια που δηλητηριάζουν τις σχέσεις, με παιχνίδια εξουσίας, αναμοχλεύει την απληστία και τη ζήλια των παιδιών του. Το σπίτι γεμίζει εντάσεις που δεν λέγονται, αλλά ακούγονται. Το κλίμα είναι ηλεκτρισμένο. Παλιά παράπονα, σιωπηλές έχθρες, οικονομικές προσδοκίες και κρυμμένοι φόβοι πλανώνται στον αέρα. Ο ίδιος ο Σίμεον μοιάζει να απολαμβάνει την αμηχανία. Παίζει με τα νεύρα των παιδιών του, τους υπαινίσσεται αλλαγές στη διαθήκη, σπέρνει ζήλια και ανασφάλεια. Σαν να θέλει να τους δει όλους γυμνούς απέναντι στην απληστία τους. Την παραμονή των Χριστουγέννων φτάνει απρόσκλητος ένας ακόμη επισκέπτης: ο Στήβεν Φαρρ, γιος παλιού συνεταίρου του Σίμεον στα αδαμαντωρυχεία. Η παρουσία του προσθέτει άλλη μια σκιά στο ήδη φορτισμένο σκηνικό. Το βράδυ της παραμονής, η ένταση κορυφώνεται. Ξαφνικά, από το δωμάτιο του Σίμεον ακούγεται μια ανατριχιαστική κραυγή. Έπιπλα πέφτουν, αντικείμενα σπάζουν. Οι ένοικοι τρέχουν. Η πόρτα είναι κλειδωμένη από μέσα. Όταν τη σπάνε, βρίσκουν τον Σίμεον Λη νεκρό, με κομμένο λαιμό, μέσα σε μια λίμνη αίματος. Το δωμάτιο θυμίζει σκηνή σφαγής. Η αστυνομία αναλαμβάνει αμέσως. Ο επιθεωρητής Σάγκντεν και ο συνταγματάρχης Τζόνσον προσπαθούν να λύσουν το αίνιγμα ενός φόνου σε κλειδωμένο δωμάτιο. Τα ερωτήματα πληθαίνουν: Πώς δολοφονήθηκε ένας άνθρωπος μέσα σε κλειδωμένο δωμάτιο; Ποιος είχε την ευκαιρία; Ποιος είχε το κίνητρο; Στο σπίτι βρίσκεται τυχαία –ή μήπως όχι– και ο Ηρακλής Πουαρό. Ο Βέλγος ντετέκτιβ παρατηρεί σιωπηλά. Κινήσεις, βλέμματα, χειρονομίες. Τίποτα δεν του διαφεύγει. Η έρευνα αποκαλύπτει πως ο Σίμεον φοβόταν κλοπή ακατέργαστων διαμαντιών. Μικρά αντικείμενα, ένα κομμάτι καουτσούκ, ένα ξύλινο εξάρτημα, αποκτούν απρόσμενη σημασία. Καθώς η έρευνα προχωρά, αποκαλύπτονται ψεύτικες ταυτότητες, κρυμμένα μυστικά και παλιές αμαρτίες. Κανείς δεν είναι αθώος στις προθέσεις του. Όμως η λύση δεν βρίσκεται μόνο στο έγκλημα, αλλά στο παρελθόν του ίδιου του Σίμεον Λη. Στον τρόπο που έζησε, που εξουσίασε, που πλήγωσε. Οι ανακρίσεις προχωρούν, κάθε μέλος της οικογένειας φαίνεται να έχει κάτι να κρύψει. Παλιές πληγές, οικονομικά συμφέροντα, ψεύτικες ταυτότητες. Τίποτα δεν είναι όπως δείχνει. Η...